Τη μεγαλύτερη απώλεια τζίρου της πενταετίας κατέγραψε την περσινή χρονιά ο κλάδος της οργανωμένης λιανικής τροφίμων, ο οποίος αποχαιρέτησε το 2016 με υποχώρηση πωλήσεων που άγγιξε το 6,5% σε αξία και το 8,9% σε όγκο, όπως υποδεικνύουν τα στοιχεία της IRI στο ετήσιο Market View.
H βουτιά, ωστόσο, των πωλήσεων που καταγράφεται στο σύνολο της αγοράς αποδίδεται κατά μεγάλο μέρος στην «απουσία» δύο σημαντικών αλυσίδων και φέρεται να έπληξε κυρίως τους μικρομεσαίους παίκτες, καθώς τα πέντε ισχυρά σήματα στον κλάδο έκλεισαν θετικά την περσινή χρήση.
Ενδεικτικά, με βάση τις εκτιμήσεις της διοίκησης της ΑΒ Βασιλόπουλος το 2016 έκλεισε με άνοδο 15%, ενώ και η Lidl φέρεται να πέτυχε το 2016 αύξηση τζίρου 10,4%. Αντίστοιχα, ανοδικά κινήθηκαν και τα My Market, τα οποία ολοκλήρωσαν το δεκάμηνο με αύξηση τζίρου της τάξεως του 13% χωρίς τη συμμετοχή του δικτύου της Βερόπουλος, ενώ η Μασούτης εμφάνισε ενισχυμένα έσοδα κατά περίπου 7%. Όσον αφορά τη Σκλαβενίτης, οι επιδόσεις αναμένονται εξίσου θετικές, συμπεριλαμβανομένων και των επιδόσεων της Χαλκιαδάκης και της the Mart.
Πάντως, σύμφωνα με τα στοιχεία της IRI, στο εξεταζόμενο διάστημα και οι τρεις βασικές κατηγορίες καταναλωτικών αγαθών καταγράφουν πτώση, με τα τρόφιμα να εμφανίζουν τη μεγαλύτερη, η οποία κυμαίνεται στο 6,7% σε αξία και στο 9,6% σε όγκο, ενώ ακολουθούν τα είδη προσωπικής υγιεινής με υποχώρηση 5,8% σε αξία και 4,3% σε όγκο και τα είδη σπιτιού και καθαρισμού με μείωση 5,5% σε αξία και 6,7% σε όγκο.
Αρνητικό ρεκόρ καταγράφουν οι πωλήσεις των γαλακτοκομικών προϊόντων, οι οποίες καταγράφουν απώλειες 10,5% σε αξία και 11,7% σε όγκο. Και το σύνολο των τυποποιημένων τροφίμων μακράς κυρίως διάρκειας, όπως τα ζυμαρικά, τα όσπρια και οι κονσέρβες, εμφανίζουν σημαντική υποχώρηση, που διαμορφώνεται στο 6,5% σε αξία και στο 8,6% σε όγκο.
Όσον αφορά την ιδιωτική ετικέτα, όπως έχει ήδη αναφέρει σε πρόσφατο δημοσίευμά της η «Ν», το βαρομετρικό παραμένει εξίσου χαμηλό, με την πτώση που καταγράφει η κατηγορία να μεταφράζονται σε υποχώρηση του μεριδίου στο 16,5% σε αξία και στο 22,8% σε όγκο, έναντι 18% και 25,2% αντίστοιχα το 2015.
Πάντως, εν όψει των εξελίξεων που λαμβάνουν χώρα στο επιχειρηματικό περιβάλλον των σούπερ μάρκετ και στο πλαίσιο της εξαγοράς του δικτύου της Μαρινόπουλος από τη Σκλαβενίτης, η ιδιωτική ετικέτα αναμένεται να αναδειχτεί σε σημαντικό «όπλο» προσέγγισης καταναλωτών, κυρίως από την πλευρά του ανταγωνισμού.
Αναφορικά με τη μηνιαία εικόνα της περσινής χρονιάς, το χειρότερο δίμηνο ήταν αυτό του Μαΐου – Ιουνίου, όταν και σημειώθηκε η μεγαλύτερη υποχώρηση σε αξία, που ξεπέρασε το 14% στον συνολικό τζίρο της αγοράς. Επίσης μόνο δύο μήνες, ο Απρίλιος και ο Δεκέμβριος, εμφάνισαν θετικό πρόσημο στους τζίρους τους κατά 2% και 3,3% αντίστοιχα, ωστόσο θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι μήνες αυτοί περιλαμβάνουν τις εορταστικές περιόδους του Πάσχα και των Χριστουγέννων.
Σχετικά με τη μέση τιμή ανά μονάδα, σύμφωνα πάντα με τις μετρήσεις της IRI, καταγράφεται αύξηση κατά 2,4%, όταν το 2015 έναντι του 2014 η αντίστοιχη αύξηση ήταν οριακή στο 0,1%. Σημαντικό, ωστόσο, ρόλο στην εξέλιξη αυτή παίζει και η αύξηση του ΦΠΑ στο 24% για μια ευρεία γκάμα προϊόντων.
Πάντως, για ακόμα μια χρονιά «νικητές» των δικτύων αναδεικνύονται τα μεσαίου τύπου καταστήματα, που καταφέρνουν να «συγκρατούν» τους τζίρους τους. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την IRI, όσον αφορά τα καταστήματα 400-1.000 τ.μ., που συμμετέχουν κατά 34,1% στον συνολικό τζίρο της αγοράς, η τάση σε επίπεδο αξίας πωλήσεων είναι θετική της τάξεως του 2,4%, ενώ σημαντική απώλεια που αγγίζει το 26,1% εμφανίζουν τα υπερμάρκετ με 2.500 τ.μ. και πάνω, που συμμετέχουν σε ποσοστό 8,7% επί του συνολικού τζίρου του κλάδου. Εξίσου αρνητική τάση εσόδων -και μάλιστα υψηλή- της τάξεως του 17,3% εμφανίζουν τα καταστήματα έως 400 τ.μ., ενώ πιο συγκρατημένες απώλειες, ήτοι 4,5%, καταγράφουν τα σημεία πώλησης των 1.000-2.500 τ.μ.