Η απελευθέρωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών παραμένει ζητούμενο, καθόσον μάλιστα θα ενίσχυε την ανταγωνιστικότητα και θα έδινε στην οικονομία την αναπτυξιακή ώθηση που χρειάζεται για την ταχύτερη απορρόφηση της υψηλής ανεργίας, καθώς και τη συμπίεση των φαινομένων αδήλωτης και απλήρωτης εργασίας. Αυτό εκτιμούν στον ΣΕΒ, τονίζοντας με νόημα ότι η βελτίωση των κανόνων της αγοράς εργασίας δεν μπορεί από μόνη της να δημιουργήσει μαζικά νέες θέσεις εργασίας και να αυξήσει με διατηρήσιμο τρόπο τα εισοδήματα.
Στο εβδομαδιαίο ενημερωτικό του Συνδέσμου διατυπώνεται η παραδοχή ότι τα τελευταία χρόνια έγινε συντονισμένη προσπάθεια να δημιουργηθεί και στην Ελλάδα μία πιο ευέλικτη αγορά εργασίας, με στόχο να αμβλυνθούν οι αρνητικές στην απασχόληση επιπτώσεις των μέτρων λιτότητας που εφαρμόστηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος προσαρμογής. Ήδη, όπως εξηγούν, η χώρα διαθέτει ένα πλαίσιο εργασιακών σχέσεων παρόμοιο με άλλων ευρωπαϊκών χωρών και, ως αποτέλεσμα, η ανεργία φαίνεται ότι υποχωρεί ή έχει τουλάχιστον σταματήσει να αυξάνεται.
Ωστόσο οι αναλυτές προσθέτουν πως η μέχρι σήμερα πρόοδος στις μεταρρυθμίσεις, που τελικά απελευθερώνουν τις αναπτυξιακές δυνάμεις της χώρας, δυστυχώς δεν είναι αρκετή για να καλυφθεί η μεγάλη απόσταση που μας χωρίζει από τις ανοιχτές και δυναμικές οικονομίες που συνδυάζουν θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, υψηλή απασχόληση, αποτελεσματικό κράτος και καλούς θεσμούς. Έτσι, η χώρα μας στερείται τη σημαντική αναπτυξιακή δυναμική που θα της έδινε η εκλογίκευση του ρυθμιστικού πλαισίου της αγοράς εργασίας, αν συνοδευόταν από αντίστοιχες μεταρρυθμίσεις και στους υπόλοιπους τομείς.
Κατά τον ΣΕΒ είναι, συνεπώς, ανεδαφικό να επιδιώκουμε την επαναφορά στο προ του 2009 ρυθμιστικό πλαίσιο της αγοράς εργασίας, το οποίο κατά την προσφιλή ελληνική πρακτική ήταν υπερρυθμισμένο, ενώ ταυτόχρονα συντηρούσε την υψηλή ανεργία νέων και γυναικών, την αδήλωτη εργασία και την εισφοροδιαφυγή. Χαρακτηριστικά σημειώνεται: «Η “ζούγκλα” στην αγορά εργασίας δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο και σίγουρα δεν αφορά τη λειτουργία των οργανωμένων επιχειρήσεων. Γι’ αυτό οιαδήποτε προσπάθεια για την επαναφορά των στρεβλώσεων στην αγορά εργασίας θα είναι αντιπαραγωγική και θα χειροτερεύει τις προοπτικές για την απασχόληση. Από την άλλη πλευρά, χωρίς εντατικοποίηση των προσπαθειών για την πραγματική απελευθέρωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών, οι ρυθμίσεις στην αγορά εργασίας από μόνες τους δεν πρόκειται να φέρουν ουσιαστική καλυτέρευση και θα διατηρηθούν τα κοινωνικά αδιέξοδα που προκαλεί η υψηλή ανεργία».