Πριν από την πανδημία του COVID-19 τα διαθέσιμα δεδομένα ήταν ανεπαρκή για να επιτρέψουν τις βασισμένες σε ενδείξεις πρακτικές όσον αφορά τη χρήση μάσκας σε επίπεδο κοινότητας. Ωστόσο η εντατική έρευνα, που ξεκίνησε ως απάντηση στην πανδημία του COVID-19, σχετικά με τη δυνατότητα αποτροπής της μετάδοσης του SARS-COV-2 με τη χρήση μάσκας κατέδειξε ότι η ορθή χρήση αυτής σε κοινόχρηστους χώρους αποτελεί ένα από τα βασικά μέσα προστασίας, μαζί με την κοινωνική αποστασίωση (δηλαδή την αποφυγή φυσικής προσέγγισης) και την ιχνηλάτηση και απομόνωση των άμεσων επαφών με COVID-19 (+) άτομα. Το όφελος από τη χρήση μάσκας σε επίπεδο κοινότητας είναι τόσο μεγαλύτερο όσο αυξάνεται η ατομική συμμόρφωση. Επιπροσθέτως η ελάττωση της μετάδοσης μειώνει το κόστος σε ζωές αλλά και την επίπτωση στην οικονομία.
Η υπάρχουσα διστακτικότητα απέναντι στα εμβόλια αποτελεί ένα σοβαρό φραγμό που εμποδίζει την πραγματοποίηση του στόχου της καθολικής κάλυψης του πληθυσμού. Επιπροσθέτωςεπιφυλάξεις ειδικά σχετικά με την ασφάλεια των ταχέως αναπτυσσόμενων έναντι της COVID-19 εμβολίων αναμένεται να επιτείνουν την απροθυμία έναντι ενός τέτοιου εμβολίου. Μια μεγάλη μελέτη έδειξε ότι το υγειονομικό προσωπικό που εμπλέκεται στη φροντίδα των ασθενών με COVID-19 αλλά και άτομα που θεωρούν τον εαυτό τους ως υψηλού κινδύνου είναι πιθανότερο να δώσουν συγκατάθεση για εμβολιασμό έναντι της COVID-19, σε αντίθεση με το γενικό πληθυσμό (υγειονομικούς και μη). Εύλογα τεκμαίρεται η ανάγκη άμεσης παρέμβασης με στόχο την καταπολέμηση της στρεβλής πληροφόρησης και κατά συνέπεια την αποφυγή χαμηλών ποσοστών εμβολιασμού.
Τα βασικά διακυβεύματα, πλην της αναχαίτισης της ίδιας της πανδημίας, είναι η πρόληψη της έξαρσης της ενδοοικογενειακής βίας και των ψυχιατρικών παθήσεων με προεξάρχουσα νόσο την κατάθλιψη. Περαιτέρω ενδεχόμενες συνέπειες της πανδημίας συμπεριλαμβάνουν την υποβάθμιση της επισιτιστικής ποιότητας και ποσότητας, ιδιαίτερα των παιδιών, και πιο μακροπρόθεσμα αυξημένη επίπτωση νοσημάτων που συνδέονται με μειωμένη φυσική δραστηριότητα και ανεπαρκές εισόδημα. Έναντι αυτών των προκλήσεων καλούμαστε να προτάξουμε τον επαναπροσδιορισμό των προτεραιοτήτων των υγειονομικών δομών, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις είναι στα όρια των αντοχών τους και μέχρι τώρα υποχρηματοδοτούμενες. Στο πλαίσιο της COVID-19 αναμένουμε περισσότερους θανάτους από αυτοκτονίες αλλά λιγότερους από τροχαία – ελάττωση της επίπτωσης ενδέχεται να παγιωθεί και για άλλα νοσήματα, όπως οι παθήσεις του αναπνευστικού που οφείλονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση ή οι λοιμώξεις του γαστρεντερικού ως παράπλευρο όφελος της κοινωνικής αποστασίωσης. Αναντίρρητα η παρακολούθηση των χρονίως πασχόντων, τα τακτικά χειρουργεία, οι προληπτικοί έλεγχοι και τα προγράμματα εμβολιασμού πρέπει να εξασφαλίζονται ανεξάρτητα από τα μέτρα έναντι της COVID-19.
Καθώς η πανδημία εξελίσσεται, οι προκλήσεις για τη δημόσια υγεία μεταλλάσσονται. Επειδή οι τοπικές κρίσεις επηρεάζουν δυσανάλογα μεγάλη κλίμακα πληθυσμού, οι παρεμβάσεις πρέπει να είναι άμεσες και στοχευμένες – τα γενικευμένα lockdown ή οι απόλυτα προσανατολισμένες υγειονομικές προτεραιότητες στην αντιμετώπιση της COVID-19 μπορούν να αποτελέσουν την απαρχή ενός καταρράκτη γεγονότων, όπως η κατάρρευση της οικονομίας ή η μετατόπιση του φάσματος της θνησιμότητας. Στο πλαίσιο αυτό, στενή παρακολούθηση των δεδομένων, αξιολόγηση από ομάδα ειδικών και λήψη αποφάσεων μπορούν να αποτελέσουν τον οδοδείκτη της πορείας.
* Ο κ. Δημήτριος Κ. Φιλίππου, MD, PhD, είναι γενικός χειρουργός, επίκουρος καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ.