Της Νατάσσας Ν. Σπαγαδώρου
Μπορεί ο κόσμος να αλλάξει σε μερικούς μόνο μήνες; Η πανδημία τού SARS COV-2, της πιο σοβαρής υγειονομικής κρίσης των τελευταίων 100 ετών που βιώνει όλος ο πλανήτης από τις αρχές του 2020, έδειξε ότι μπορεί. Ναι ο κόσμος άλλαξε, οι κοινωνικές μας συμπεριφορές άλλαξαν, έπαψε η χειραψία ως μια ένδειξη της προσωπικότητας αλλά και των συναισθημάτων μας, έπαψε για πολλούς η ανθρώπινη αγκαλιά αλλά και οι αυθόρμητες συναθροίσεις της τελευταίας στιγμής…
Εκατομμύρια θέσεις εργασίας χάθηκαν, επιχειρήσεις έκλεισαν, ισχυρές οικονομίες γονάτισαν, υγειονομικά συστήματα δοκιμάστηκαν, αλλεπάλληλα lockdown σε όλες τις χώρες έστειλαν το μήνυμα ότι μπροστά στο αγαθό της υγείας, μερικές φορές, επιβάλλεται να θυσιάσουμε την ελευθερία μας.
Πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από έναν απρόβλεπτο ιό (ως τις 18 Οκτωβρίου ειδικότερα τα κρούσματα του κορονοϊού παγκοσμίως ανέρχονταν σε 39.670.680 και οι θάνατοι είχαν αγγίξει το 1.109.833), γιατροί και νοσηλευτές σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, κάθιδροι και άυπνοι, με τρομακτική ωστόσο αφοσίωση, έδωσαν από την πρώτη στιγμή και εξακολουθούν να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους για να κρατήσουν ζωντανούς γέροντες αλλά και νεότερους ασθενείς (!), που δίνουν την κρίσιμη μάχη για τη ζωής του σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας.
Οι επιχειρήσεις για πρώτη φορά έρχονται σε επαφή με πρωτόγνωρα εργασιακά δεδομένα και καλούνται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους με νέους τρόπους εργασίας (όπως remote work), γεγονός που φέρνει μια νέα πραγματικότητα στην οικογενειακή, στην κοινωνική και στην προσωπική ζωή του καθενός μας. Οι μετακινήσεις περιορίζονται στις απολύτως αναγκαίες και η χρήση της μάσκας αποτελεί το απόλυτο αξεσουάρ και σήμα κατατεθέν της νέας εποχής.
Την ίδια ώρα όμως που συμβαίνουν όλα τα παραπάνω, η αλληλεγγύη, η συνεργασία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και η ενσυναίσθηση έχουν βάλει τη σφραγίδα τους για την επόμενη ημέρα της υγείας, της οικονομίας, της κοινωνικής ζωής και του εργασιακού περιβάλλοντος.
Το τεράστιο τσουνάμι προσφορών (από απλές μάσκες, αντισηπτικά, θεραπείες, μέχρι βαρύ εξοπλισμό σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας) των ελληνικών επιχειρήσεων από όλο το φάσμα της οικονομίας, με πρωταγωνιστές τη φαρμακοβιομηχανία και τις υπηρεσίες υγείας, προς το ελληνικό υγειονομικό σύστημα δίνει το στίγμα ότι μόνο ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ μπορούμε να προχωρήσουμε και να δώσουμε λύσεις στα μείζονα προβλήματα, όσο κρίσιμα και αν είναι.
Μια «ευεργεσία» την οποία έχουμε ανάγκη όλοι μας, διότι και στο μέλλον θα έρθουν νέες υγειονομικές απειλές και κρίσεις, όπως αναφέρουν συχνά οι επιστήμονες, και ένα «αγαθό» μοντέλο ΣΔΙΤ (Συμπράξεις μεταξύ Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα) το οποίο υποδέχθηκαν με ικανοποίηση και χωρίς επιφυλάξεις όλοι οι φορείς και οι κοινωνικοί εταίροι για το καλό των ασθενών και της δημόσιας υγείας.
Η πανδημία του κορονοϊού, που βιώνουμε όλοι μας από τις αρχές του 2020 (να θυμίσουμε ότι ξεκίνησε από την πόλη Γουχάν της Κίνας) και εξαπλώθηκε οριζόντια σε όλον τον κόσμο σε μερικές μόλις εβδομάδες, καταδεικνύει ότι όσο σοβαρή και απρόβλεπτη μπορεί να είναι μια υγειονομική κρίση τόσο απόλυτα συνδεδεμένη είναι με την οικονομία, την αγορά εργασίας, το επιχειρείν και την κοινωνία. Η αλληλεγγύη ήταν και εξακολουθεί να αποτελεί μεγάλο και αναντικατάστατο στήριγμα, όμως την ίδια στιγμή η ανάγκη για οργάνωση του υγειονομικού μας συστήματος είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Χάρη στις γενναιόδωρες προσφορές επιχειρήσεων και οργανισμών, μπορούμε να μιλάμε για την οικοδόμηση ενός νέου ΕΣΥ, το οποίο θα μπορούσε να στηρίξει ισότιμα, αποδοτικά και δίκαια τους πολίτες. Στο τέλος του 2020 η ηγεσία του υπουργείου Υγείας εκτιμά ότι θα διαθέτουμε περίπου 1.200 Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, από 565 που μετρούσαμε το καλοκαίρι του 2019. Φυσικά δεν λύθηκαν όλα τα προβλήματα με την αύξηση των ΜΕΘ, αλλά σίγουρα είναι ένα μεγάλο βήμα. Όπως μεγάλο βήμα είναι και η εμπιστοσύνη που δείχνει η κυβέρνηση και έδειξε από την αρχή της σοβαρής υγειονομικής κρίσης στους επιστήμονες λοιμωξιολόγους μας, θέτοντάς τους στην πρώτη γραμμή της ενημέρωσης. Αυτό ήταν ένα θετικό βήμα για τα δεδομένα της Ελλάδας.
Οι επιστήμονες ανά τον κόσμο, όπως και οι γιατροί, οι νοσηλευτές, οι εντατικολόγοι αλλά και σύσσωμος ο υγειονομικός κόσμος όλων των βαθμίδων αναδείχθηκαν πρωταγωνιστές της σοβαρής υγειονομικής κρίσης, την ώρα που οι πολιτικοί ηγέτες σε Ευρώπη, ΗΠΑ, Βενεζουέλα και αλλούέχαναν την αξιοπιστία και το κύρος τους, μη αποδεχόμενοι τη σοβαρότητα και την κρισιμότητα της πανδημίας, με σημαία τους την περιβόητη «ανοσία της αγέλης», τακτική που «πήρε στο λαιμό της» χιλιάδες ανθρώπους. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα για να θυμηθούμε, και μάλιστα από πολύ ισχυρές χώρες, όπως ΗΠΑ, Βρετανία κ.ά.
Στο ερευνητικό πεδίο, γεγονός που γεμίζει με ικανοποίηση και υπερηφάνεια, οι επιστήμονες παγκοσμίως εργάζονται άοκνα από την αρχή της πανδημίας για την ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού και ασφαλούς εμβολίου, το οποίο θα δώσει τέλος στον θάνατο, στο φόβο και στην ανασφάλεια που προκαλεί ο COVID-19.
Μπορεί να καθυστερήσει – ήδη δύο μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες έχουν ανακοινώσει εδώ και μερικές εβδομάδες ότι έχουν διακόψει τις κλινικές μελέτες λόγω παρενεργειών των εμβολίων τους -, όμως η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα εκτιμά ότι η πορεία προς ένα ή περισσότερα εμβόλια είναι προδιαγεγραμμένη. Όπως και η πορεία για αποτελεσματικές θεραπείες.
Μέχρι τότε, όσο και αν βιώνουμε την κόπωση της πανδημίας, κάτι απόλυτα φυσιολογικό, πρέπει να επιδείξουμε την ίδια υπομονή, ψυχραιμία και αφοσίωση στα μέτρα, όπως επιδείξαμε στο πρώτο κύμα της νόσου και λάβαμε τα εύσημα από την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα για τη συνετή διαχείριση της κρίσης. Διότι μπροστά μας έχουμε έναν χειμώνα ο οποίος θα κρίνει όχι μόνο τα αντανακλαστικά, την πειθαρχία και την οργανωτικότητά μας για ακόμη μία φορά, αλλά και το ψυχικό σθένος και την εμπιστοσύνη μας απέναντι στην ηγεσία του υπουργείου Υγείας, στην κυβέρνηση και στην επιστημονική κοινότητα.