Ο σχεδιασμός για το μετριασμό του αντίκτυπου της πανδημίας SARS-COV-2 στην κοινωνία αποτελεί πρωτοφανή πρόκληση για τις ηγεσίες των χωρών. Οι αποφάσεις λαμβάνονται υπό ταχέως μεταβαλλόμενες, αβέβαιες συνθήκες με περιορισμένη προηγούμενη εμπειρία. Τα προβλήματα που προκύπτουν είναι διασυνοριακά, αφού οι σύγχρονες κοινωνίες αποτελούνται από ένα πυκνά υφασμένο ιστό κρίσιμων υποδομών, που υπερβαίνουν γεωγραφικά και πολιτικά όρια. Οι κίνδυνοι ελλοχεύουν σε όλους τους τομείς της πολιτικής, καθιστώντας τη διαχείρισή τους σύνθετη και πολυεπίπεδη.
Λόγω της πολυπλοκότητας, της ευαισθησίας και της κλίμακάς της, αυτή η συνεχιζόμενη πανδημία αποτελεί δύσκολη δοκιμασία και για τη χώρα μας. Μια χώρα με το δεύτερο στην Ευρώπη πιο γηρασμένο πληθυσμό (προφίλ υγείας χώρας 2019, ΟΟΣΑ), με τον τομέα υγείας να έχει επηρεασθεί αρνητικά στα χρόνια της λιτότητας και με τον τουρισμό να αποτελεί σημαντικό τομέα συμμετοχής στο ΑΕΠ της Ελλάδας. Αυτή η πανδημία ανέδειξε δύο ευαίσθητα σημεία του τομέα υγείας της χώρας μας, τη δημόσια υγεία και την εντατική και εξειδικευμένη αντιμετώπιση και θεραπεία.
Το σύστημα δημόσιας υγείας (μέτρα πρόληψης, συμπεριφορικοί παράγοντες κινδύνου, επιδημιολογική επιτήρηση) και ο αριθμός των κλινών των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας αναδύονται παγκοσμίως ως τα βασικά συστατικά για την επιτυχία στον αγώνα με το νέο κορονοϊό. Και στις δύο περιπτώσεις απαιτείται επαρκές ποσοτικά και ποιοτικά προσωπικό και υψηλότερες επενδύσεις στην κατάρτιση και στην εκπαίδευση, καθώς οι παραπάνω δύο τομείς είναι εντάσεως εργασίας. Οι προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό του συστήματος δημόσιας υγείας και για την αύξηση των κλινών ΜΕΘ θα έχουν το αναμενόμενο αποτέλεσμα μόνο όταν διασφαλισθούν τα ανωτέρω. Προς την κατεύθυνση αυτή, συντελέστηκε αθόρυβα μία από τις μεγαλύτερες μεταρρυθμίσεις του συστήματος υγείας μας, η θέσπιση των ειδικοτήτων Επείγουσας και Εντατικής Νοσηλευτικής και Νοσηλευτικής Δημόσιας Υγείας/ Κοινοτικής Νοσηλευτικής.
Αντιμετωπίζοντας την πανδημία, διαμορφώσαμε μια στρατηγική η οποία είναι ανοιχτή και διαφανής σχετικά με τη μάθηση, αξιοποιεί τις γνώσεις του επιστημονικού κεφαλαίου της χώρας σε συνδυασμό με τις δυνατότητες που παρέχει η τεχνητή νοημοσύνη, χρησιμοποιεί συλλογικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων και επενδύει στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης με κοινότητες και άτομα.
Η ευαισθησία των αντανακλαστικών που επιδεικνύουν τόσο οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής όσο και οι ειδικοί επιστήμονες, σε αυτήν την περίπλοκη κρίση, κάνει την ουσιαστική διαφορά στις ζωές των ανθρώπων. Αλλά πώς διασφαλίζουμε αποτελεσματική, συλλογική λήψη αποφάσεων δεδομένης της σημαντικής αβεβαιότητας;
Οι επιστήμονες, χρησιμοποιώντας μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης, προβλέπουν και συμβουλεύουν, οι κυβερνήσεις αποφασίζουν, οι πολίτες δρουν και αντιδρούν και τελικά, καθώς τα δεδομένα αλλάζουν, οι επιστήμονες τροφοδοτούν τα μοντέλα τους με νέα δεδομένα και βελτιωμένες υποθέσεις για τη νέα πραγματικότητα. Μια νέα πραγματικότητα που προσδοκούμε να περιλαμβάνει απόδοση επί της επένδυσης στο ανθρώπινο κεφάλαιο της χώρας και εγκυρότερες προβλέψεις σε επόμενες πολυκυματικές πανδημίες.
*Ο κ. Παναγιώτης Η.Πρεζεράκος είναι καθηγητής και γενικός γραμματέας Δημόσιας Υγείας.